Σε πλειοδοσία προεκλογικών υποσχέσεων με στόχο τους ψηφοφόρους των «γειτονικών» κομμάτων κάνουν τόσο η Ν.Δ., όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και το ΠΑΣΟΚ, και μάλιστα χωρίς κανένα πραγματικό αντίκρισμα, μιας και παραπέμπουν κυριολεκτικά σε απάτη, με στόχο να υφαρπάξουν την ψήφο των χρεωμένων λαϊκών νοικοκυριών.
Μόνο που στην ουσία και τα τρία κόμματα δείχνουν όχι μόνο πως το πρόβλημα είναι υπαρκτό, αλλά στην ουσία διογκώνεται και απασχολεί δεκάδες χιλιάδες πολίτες.
Το πως θα το αντιμετωπίσουν όμως δεν θα το δούμε από τις προεκλογικές τους υποσχέσεις, αλλά στην πράξη, μιας και όλα θα κριθούν το βράδυ των εκλογών.
Από ΝΔ. ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ Πλειοδοσία προεκλογικών υποσχέσεων
Η ιστορία των «κόκκινων» δανείων είναι πραγματικά πονεμένη για εκατομμύρια νοικοκυριά, καθώς για κάποιους αποτελούν προεκλογικές υποσχέσεις, ενώ στην ουσία είναι η αιτία για τα δεινά οικογενειών, που ζουν όλη τους τη ζωή με την απειλή να μείνουν στον δρόμο.
Το κακό δεν το ξεκίνησε η ΝΔ που λέει ότι θα διατηρήσει το περιβόητο σχέδιο «Ηρακλής», που είναι η χαρά των τραπεζών και των funds.
Από την πλευρά του ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσίασε το …σχέδιό του για τα «κόκκινα» δάνεια και το ιδιωτικό χρέος, με ένα σχέδιο που αγγίζει τα όρια της πρόκλησης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ουσιαστικά μίλησε για έναν νέο «νόμο Κατσέλη», τον οποίο ως κυβέρνηση είχε αλλάξει προς το χειρότερο, με το επιχείρημα ότι δεν προστάτευε την πρώτη κατοικία.
Το ΠΑΣΟΚ από την πλευρά του μιλά για επαναφορά του νόμου Κατσέλη, που σε τελική ανάλυση δεν έδωσε καμία προστασία στην πρώτη κατοικία, καθώς στην ουσία και το 1/3 των δανείων που είχαν ρυθμιστεί δυστυχώς …«ξανακοκκίνισαν»!
Την ίδια στιγμή η αύξηση των επιτοκίων έχει φορτώσει με 2 και 3 δόσεις τον χρόνο τα χρεωμένα νοικοκυριά, κάτι που με μαθηματική ακρίβεια θα οδηγήσει σε χιλιάδες νέα «κόκκινα» δάνεια.
Το πρόβλημα αναμένεται να ενταθεί, αφού το επόμενο διάστημα επίκειται και νέα αύξηση των επιτοκίων, με την ιστορία των «κόκκινων» δανείων να είναι πραγματικά πονεμένη για εκατομμύρια νοικοκυριά.
Η στρατηγική για τα «κόκκινα» δάνεια την οποία υλοποιούν διαχρονικά η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ είναι η αιτία για τα δεινά χιλιάδων οικογενειών, που ζουν όλη τους τη ζωή με την απειλή όχι μόνο να μείνουν στον δρόμο αλλά και να χάσουν ό,τι έχουν και δεν έχουν.
Μία στρατηγική που στις σημερινές συνθήκες συνδέεται άμεσα με τα αντιλαϊκά προαπαιτούμενα του υπερμνημονίου του Ταμείου Ανάκαμψης.
Γιατί προϋπόθεση για την εκταμίευση των πακέτων για τους επιχειρηματικούς ομίλους είναι η συνέχιση της πολιτικής που θέλει να περάσουν τα «κόκκινα» δάνεια σε funds και να συνεχιστούν οι πλειστηριασμοί.
Και αυτό είναι που κρύβουν επιμελώς ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ.
Η λύση- ως αποτέλεσμα των λαϊκών αγώνων αλλά και της αλλαγής του συσχετισμού των πολιτικών δυνάμεων- βρίσκεται στη κατεύθυνση απαγόρευσης πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας και της ουσιαστικής ελάφρυνσης των λαϊκών οικογενειών, μεταξύ άλλων και με διαγραφή τόκων και μεγάλου μέρους του χρέους προς τις τράπεζες.
Οπότε όλα αυτά ας παρθούν υπόψη ως κριτήριο ψήφου στις ερχόμενες εκλογές!
Η στρατηγική της Χαριλάου Τρικούπη, κεντρικός πυλώνας της οποίας παραμένει η μέθοδος των ίσων αποστάσεων, είναι εμφανώς προσανατολισμένη στο ενδεχόμενο της πρωτιάς της Ν.Δ. βάσει των δημοσκοπήσεων.
Εκκινώντας από αυτό το δεδομένο, με τις κινήσεις του τόσο σε επίπεδο τακτικής όσο και προγραμματικά-πολιτικά, ο Νίκος Ανδρουλάκης μοιάζει να προσπαθεί παντοιοτρόπως να γκρεμίσει οποιεσδήποτε γέφυρες θα μπορούσαν να επικαλεστούν το βράδυ των εκλογών, μέσα και έξω από το κόμμα του, ώστε να του ασκηθεί πίεση για μια νέα κυβερνητική συνεργασία του ΠΑΣΟΚ με τη Ν.Δ.
Επιπλέον, δήλωσε ότι το προτεινόμενο προγραμματικό πλαίσιο θα έχει πυρήνα το κοινωνικό κράτος, με προτεραιότητα το ΕΣΥ (8%-10% για το ΕΣΥ, ισχυρή ΠΦΥ, κάλυψη θέσεων), την κοινωνική κατοικία (150.000 για νέα ζευγάρια και φοιτητές μέσα από το Ταμείο Ανάκαμψης και πολιτική φορολογικών κινήτρων α λα πορτογαλικά), τα δίκτυα ενέργειας εσωτερικά στη χώρα, δηλαδή ενεργειακές κοινότητες (σ.σ.: τις θέσπισε ο ΣΥΡΙΖΑ, τις πάγωσε η Ν.Δ.), και την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης ώστε η χρηματοδότηση να δοθεί στις ΜμΕ με κριτήρια θέσεων εργασίας και συνεργιών.
Θέσεις που αποτελούν το αντιπαράδειγμα της βασικής πολιτικής Μητσοτάκη.